Παρακολούθηση του Διαβητικού

Τα θεραπευτικά μέσα τα οποία χρησιμοποιούμε προκειμένου να πετύχουμε του στόχους γλυκαιμικής ρύθμισης είναι η διατροφή, η άσκηση, τα αντιδιαβητικά δισκία και όταν αυτά δεν επαρκούν η ινσουλινοθεραπεία.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η αυτοπαρακολούθηση του διαβητικού με προσδιορισμό του σακχάρου στο αίμα. Ο προσδιορισμός του σακχάρου στο αίμα πρέπει να γίνεται πρωί νηστικός, 2 ώρες μετά το πρωινό γεύμα, 2 ώρες μετά το μεσημεριανό και 2 ώρες μετά το βραδινό φαγητό (προ ύπνου).

Η συχνότητα των μετρήσεων της γλυκόζης από τον ασθενή εξατομικεύεται για κάθε ασθενή με βάση το θεραπευτικό σχήμα που ακολουθεί, την ανάγκη αναπροσαρμογής των δόσεων, την εμφάνιση υπογλυκαιμιών.

Έτσι σε ασθενείς που αντιμετωπίζονται με τα σχήματα ινσουλινοθεραπείας απαιτούνται 3-6 μετρήσεις ημερησίως, ενίοτε και κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Σε ασθενείς που αντιμετωπίζονται με δισκία απαιτούνται τουλάχιστον 3 μετρήσεις την εβδομάδα σε εναλασσόμενα χρονικά σημεία (νηστεία, προγευματικά, μεταγευματικά).

Ανίχνευση οξόνης-κετονικών σωμάτων στα όυρα πρέπει να κάνει μικρή ομάδα διαβητικών με πλήρη ή σχεδόν πλήρη έλλειψη ινσουλίνης, οι οποίοι με την παραμικρή απορρύθμιση τείνουν να εμφανίσουν κετοξέωση. Επίσης ανίχνευση κετονικών σωμάτων πρέπει να γίνεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και σε υποψία κετοξέωσης: ναυτία, έμετος, επιγαστραλγία.

Γλυκοζυλιωμένη Αιμοσφαιρίνη HbAic

Πρόκειται για ένα δείκτη που δίνει σημαντικές πληροφορίες για τα μέσα επίπεδα σακχάρου στο αίμα κατά τη διάρκεια των 2-3 προηγούμενων μηνών.

Η συσχέτιση της υπεργλυκαιμίας με κριτήριο την HbAic  με την μικροαγγειοπάθειατου Σακχαρώδη Διαβήτη έχει τεκμηριωθεί με επιδημιολογικές μελέτες.

Έτσι προοπτικές, τυχαιοποιημένες μελέτες παρέμβασης έδειξαν σαφή ευεργετική επίδραση της ρύθμισης της γλυκόζης με HbAic < 7% στην εμφάνιση και εξέλιξη της διαβητικής μικροαγγειοπάθειας.

Στις μελέτες αυτές όμως δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική μείωση του κινδύνου καρδιοαγγειακών επιπλοκών όταν η HbAic διατηρείται γύρω στο 7%, αν και σε βάθος εικοσαετίας διαπιστώθηκε επιβράδυνση του ρυθμού εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων και θανάτων στα άτομα που κατά τη διάρκεια της παρέμβασης πέτυχαν στόχο HbAic 7%. Αυτό υποδηλώνει ότι μακρά περίοδος καλής ρύθμισης έχει σαν αποτέλεσμα ευνοϊκή επίδραση σε βάθος χρόνου.

Η προσπάθεια μείωσης της HbAic πολύ κάτω του 7% δε φαίνεται να επιφέρει σημαντική περαιτέρω μείωση του κινδύνου μικροαγγειοπάθειας, ενώ ενδεχομένως αυξάνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Μέτρηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης συνιστάται 2 φορές το χρόνο σε ασθενείς με ικανοποιητική ρύθμιση και σταθερό μεταβολικό έλεγχο, και 4 φορές το χρόνο σε ασθενείς χωρίς ικανοποιητική ρύθμιση ή επί αλλαγής του θεραπευτικού σχήματος.

Ο έλεγχος για πιθανή εμφάνιση επιπλοκών προγραμματίζεται από τον θεράποντα ιατρό και περιλαμβάνει:

  • Έλεγχο των λιπιδίων μία, δύο ή περισσότερες φορές το χρόνο αναλόγως των αποτελεσμάτων
  • Έλεγχο για διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια: γίνεται με βυθοσκόπηση κατόπιν μυδρίασης μία φορά το χρόνο, εκτός και αν εμφανισθούν ευρήματα διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, οπότε την ευθύνη παρακολούθησης και θεραπείας αναλαμβάνει ο οφθαλμίατρος.
  • Έλεγχο για διαβητική νεφροπάθεια: γίνεται με προσδιορισμό της ουρίας και κρεατινίνης αίματος, γενικής ούρων για ανίχνευση λευκωματουρίας, clearance κρεατινίνης, έλεγχο για λευκωματινουρία σε τυχαίο δείγμα ούρων ή ούρα 24ώρου. Γίνεται μία φορά ετησίως, ενώ αν διαπιστωθεί λευκωματινουρία ο έλεγχος γίνεται κάθε 6 μήνες.
  • Έλεγχο για διαβητική νευροπάθεια: ο ασθενής ερωτάται για πιθανά συμπτώματα νευροπάθειας όπως πόνο, αίσθημα ψυχρού ή θερμότητας, μυρμηκιάσεις κάτω άκρων. Ελέγχονται τα επιπολής και εν βάθει αντανακλαστικά μια φορά ετησίως. Εφόσον χρειασθεί γίνονται ειδικές νευροφυσιολογικές εξετάσεις.
  • Έλεγχο για μακροαγγειοπάθεια: ανάλογα με την κρίση του θεράποντος ιατρού ο ασθενής μπορεί να χρειασθεί να υποβληθεί σε ηλεκτροκαρδιογράφημα ηρεμίας, triplex καρδιάς, test κοπώσεως, σπηνθηρογράφημα μυοκαρδίου ή στεφανιογραφία, προκειμένου να εκτιμηθεί η παρουσία στεφανιαίας νόσου. Επίσης είναι δυνατό να χρειαστεί triplex καρωτίδων και αρτηριών κάτω άκρων για την εντόπιση στενώσεων από αθηρωματικές πλάκες.