Ινσουλινοθεραπεία

Πότε χορηγούμε ινσουλίνη

Ινσουλίνη χορηγούμε σε:

  • ΣΔ1
  • ΣΔ2, όταν λαμβάνουν τη μέγιστη δόση αντιδιαβητικών δισκίων και δεν ρυθμίζονται
  • στην εγκυμοσύνη
  • σε βαριές λοιμώξεις
  • σε σοβαρή ηπατική-νεφρική ανεπάρκεια
  • σε διαβητική κετοξέωση

Τεχνική χορήγησης

Η χορήγηση ινσουλίνης γίνεται υποδόρια. Η μόνη μέθοδος για να γίνει η χορήγηση της ινσουλίνης υποδόρια και όχι ενδομυϊκά είναι με ‘’τσίμπημα’’ και ένεση στην πτυχή. Με αυτή τη μέθοδο το μήκος της βελόνας είναι αδιάφορο. Ένα σωστό τσίμπημα πρέπει να γίνεται χρησιμοποιώντας τον αντίχειρα και τον δείκτη, ανασηκώνοντας δέρμα και υποδόριο ιστό και αφήνοντας τον μυ.

Όλες οι ενέσεις που γίνονται χωρίς τσίμπημα συνιστούμε να γίνονται στους γλουτούς μπορούν να γίνονται και με 90ο γωνία (κάθετα). Όλες οι ενέσεις με ‘’τσίμπημα’’ μπορούν να γίνονται είτε με 45ο είτε με 90ο ανάλογα με την προτίμηση του ασθενούς.

Οι κοντές βελόνες (8mm) μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην αποφυγή ενδομυϊκών χορηγήσεων ινσουλίνης.

Με βελόνες 12,7 mm υπάρχει κίνδυνος για ενδομυϊκή χορήγηση αν δεν χρησιμοποιηθεί τεχνική ‘’τσιμπήματος’’.

Σημεία χορήγησης της ινσουλίνης:

Για ταχείας δράσεως ινσουλίνες (μονές ή σε συνδυασμό) τα προτεινόμενα σημεία είναι: 1. κοιλιά

           2. μηροί

           3. βραχίονες

Για ινσουλίνες ενδιάμεσης δράσης το προτεινόμενο σημείο είναι οι γλουτοί.

Ταχύτητα απορρόφησης της ινσουλίνης:

Μηροί: αργή

Βραχίονες: Μέση

Κοιλιά: Ταχεία

Γλουτοί: Αργή

Δεν συνιστάται χορήγηση της ινσουλίνης στους βραχίονες εκτός αν γίνεται από άλλο άτομο με ‘’τσίμπημα’’.

Σημεία χορήγησης

Γιατί προτιμάται το υπογάστριο;

  • Εκεί συνήθως υπάρχει άφθονος υποδόριος ιστός και έτσι μειώνεται ο κίνδυνος μιας ενδομυϊκής χορήγησης ινσουλίνης
  • Το ‘’τσίμπημα’’ γίνεται πιο εύκολα από ότι στους μηρούς ή στους βραχίονες
  • Η γρηγορότερη απορρόφηση ινσουλίνης γίνεται από το υπογάστριο
  • Όπως και να έχει, η χορήγηση πρέπει να γίνεται σε απόσταση μιας παλάμης σε οποιαδήποτε πλευρά του αφαλού
  • Χορηγήσεις πιο πλευρικές από τις παραπάνω κινδυνεύουν να εισαχθούν στον μυ. Ακόμα και στους παχύσαρκους ανθρώπους ο υποδόριος ιστός λεπταίνει όσο απομακρυνόμαστε από τον αφαλό.

Υπάρχουν ειδικές προφυλάξεις για την χορήγηση στους μηρούς;

·         Οι ενέσεις στον μηρό πρέπει να γίνονται μόνο μπροστά και στην εξωτερική πλευρά. Τα αγγεία και τα νεύρα βρίσκονται στην εσωτερική πλευρά και μπορούν εύκολα να τραυματιστούν από τη βελόνα της ινσουλίνης.

·         Όπως και να έχει υπάρχει πολύ λίγος υποδόριος ιστός πλευρικά, μερικές φορές λιγότερο από 3mm.

·         Συνεπώς όλες οι χορηγήσεις στον μηρό πρέπει να γίνονται με ‘’τσίμπημα’’.

Γιατί ο βραχίονας προτιμάται λιγότερο για σημείο χορήγησης ινσουλίνης;

  • Όπως και στους μηρούς, οι βραχίονες έχουν πολύ λεπτά στρώματα υποδόριου ιστού σε αρκετούς ανθρώπους.
  • Συνεπώς χρειάζεται ‘’τσίμπημα’’ για κάθε χορήγηση.
  • Όπως και να έχει είναι σχεδόν αδύνατον για ένα άτομο να χρησιμοποιήσει τεχνική τσιμπήματος και να κάνει ταυτόχρονα και την χορήγηση.

Γιατί οι γλουτοί είναι ιδανικοί για χορήγηση ενδιάμεσης και μακράς δράσης ινσουλίνης;

  • Διότι υπάρχει αφθονία υποδόριου ιστού στους γλουτούς, ακόμη και στα παιδιά και αδύνατα άτομα.
  • Οι χορηγήσεις μπορούν να δοθούν ασφαλέστατα χωρίς ‘’τσίμπημα’’ ακόμη και με την κανονική ή την μικρού μήκους βελόνα.
  • Η απορρόφηση ινσουλίνης είναι σχετικά αργή και προβλέψιμη, κάνοντας τους γλουτούς ιδανικό σημείο για την χορήγηση της βραδινής δόσης.

Υπάρχουν γενικοί κανόνες χορήγησης;

  • Οι χορηγήσεις που δίνονται σε συγκεκριμένες ώρες (π.χ. πριν το πρόγευμα) πρέπει πάντα να γίνονται στο ίδιο σημείο (π.χ. υπογάστριο). Με άλλα λόγια: ΜΗΝ ΜΠΕΡΔΕΥΕΤΕ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΩΡΑ
  • Για ενδιάμεσης δράσης ινσουλίνη (π.χ. πριν τον ύπνο) το προτεινόμενο σημείο είναι οι γλουτοί.

Οδηγίες για την χορήγηση

Κάθε σημείο χορήγησης, πρέπει ΝΑ ΕΝΑΛΛΑΣΣΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ, μετακινώντας το κατά το πλάτος ενός δακτύλου από το τελευταίο σημείο χορήγησης.

Υπάρχουν γενικοί κανόνες για τη φροντίδα των σημείων χορήγησης;

Η άσκηση των μυών κάτω από το σημείο χορήγησης θα επιταχύνει την απορρόφηση της ινσουλίνης μέχρι και 7 φορές. Για παράδειγμα το γοργό περπάτημα ή το τρέξιμο μετά από χορήγηση στον μηρό, μπορεί να οδηγήσει σε υπογλυκαιμία. Ο μοναδικός τρόπος για να γίνει σίγουρα η χορήγηση της ινσουλίνης υποδόρια και όχι ενδομυϊκά είναι το ‘’τσίμπημα’’ και η χορήγηση στην πτυχή. Με την χρήση αυτής της τεχνικής το μήκος της βελόνας δεν παίζει κανένα ρόλο (εκτός από τα παιδιά).

Είναι ασφαλές να γίνεται χορήγηση ινσουλίνης πάνω από τα ρούχα;

Πολλοί ασθενείς το κάνουν αυτό, ιδιαίτερα όταν βιάζονται ή δεν μπορούν να γδυθούν δημοσίως. Όμως αυτό δεν είναι σωστό για τους εξής λόγους:

  • Είναι δύσκολο να γίνει η τεχνική του ‘’τσιμπήματος’’ σωστά όταν η χορήγηση γίνεται πάνω από τα ρούχα.
  • Οι ίνες των ρούχων απομακρύνουν το λιπαντικό της βελόνας με αποτέλεσμα οι χορηγήσεις να γίνονται πιο επώδυνες.
  • Καθαρισμός και έλεγχος του σημείου, πριν και μετά από τη χορήγηση για αιμορραγία ή διαρροή ινσουλίνης, δεν είναι δυνατή όταν η χορήγηση γίνεται πάνω από τα ρούχα.

Ο κίνδυνος της επαναχρησιμοποίησης των βελονών

Τι συμβαίνει όταν οι βελόνες ινσουλίνης επαναχρησιμοποιούνται;

  • Η μύτη αμβλύνεται, λυγίζει και μπορεί να σπάσει και κάποιο ρίνισμα να μείνει μέσα στο σώμα του ασθενή.
  • Η λίπανση έχει χαθεί και η χορήγηση γίνεται πιο επώδυνη.
  • Το σημείο χορήγησης αιμορραγεί ή μελανιάζει
  • Η ινσουλίνη που έχει παραμείνει στον κύλινδρο της βελόνας μπορεί να κρυσταλλοποιηθεί και να φράξει ή να εμποδίσει τη ροή ινσουλίνης κατά τη διάρκεια της επόμενης χορήγησης.

Υπάρχουν ιατρικοί κίνδυνοι όταν επαναχρησιμοποιούνται οι βελόνες;

  • Με την επαναχρησιμοποίηση η μύτη της βελόνας λυγίζει και παίρνει τη μορφή αγκίστρου.
  • Όταν αυτή η παραμορφωμένη βελόνα χρησιμοποιείται, σκίζει τον ιστό και προκαλούνται μικροτραύματα.
  • Το σημείο χορήγησης μπορεί να αιμορραγήσει ή να μελανιάσει.
  • Τοπικοί αυξητικοί παράγοντες απελευθερώνονται και ενώνονται με την ινσουλίνη και μπορούν να δημιουργήσουν εξογκώματα τα οποία ονομάζονται ‘’λιποδιστροφικά εξογκώματα’’.

Ποιες οι συνέπειες των εξογκωμάτων;

  • Τα λιποδιστροφικά εξογκώματα είναι παραμορφώσεις.
  • Οι ασθενείς πολλές φορές προτιμούν να χορηγούν μέσα σε αυτά γιατί είναι λιγότερο επώδυνο.
  • Ωστόσο, η απορρόφηση της ινσουλίνης από τα λιπώδη εξογκώματα είναι ακανόνιστη, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει την απορρύθμιση του σακχάρου.

Πόση χρήση χρειάζεται πριν εμφανιστεί ζημιά στη μύτη της βελόνας;

  • Αρκετή ζημιά υπάρχει μετά από μία και μόνο χρήση.
  • Η υπερβολική χρήση συχνά έχει σαν αποτέλεσμα το σπάσιμο του άκρου της βελόνας.
  • Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην εναπόθεση ρινισμάτων στα σημεία χορήγησης.
  • Οι συνέπειες της εναπόθεσης ρινισμάτων στο σώμα είναι άγνωστες προς το παρόν.

Προφυλάξεις

Οποιαδήποτε και να είναι η συσκευή που επιλέξετε, προσέξτε να:

  • Ανακατέψετε τη θολή ινσουλίνη μέχρι να γίνει διαυγής
  • Απαλλαγείτε από τις φυσαλίδες αέρα
  • Χρησιμοποιήστε το προτεινόμενο σημείο χορήγησης
  • Εναλλάσσετε τα σημεία χορήγησης
  • Χρησιμοποιείτε τις σωστές τεχνικές χορήγησης
  • Καταστρέψτε τις σύριγγες και τις βελόνες μετά από κάθε χρήση

Αποθήκευση της ινσουλίνης

Βγάλτε την ινσουλίνη από το ψυγείο τουλάχιστον μία ώρα πριν την χρήση. Η ένεση κρύας ινσουλίνης μπορεί να αυξήσει τον πόνο κατά τη χορήγηση.

ΚΛΕΙΣΤΗ: αποθήκευση στο ψυγείο, να μη χρησιμοποιείται μετά την ημερομηνία λήξης.

ΑΝΟΙΧΤΗ: διατηρείστε την ινσουλίνη σε θερμοκρασία περιβάλλοντος το πολύ ένα μήνα (παρακαλούμε συμβουλευτείτε τις οδηγίες των κατασκευαστών ινσουλίνης).

Αποφύγετε την έκθεση της ινσουλίνης σε ακραίες θερμοκρασίες.

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΌΦΗΣΗ ΤΗΣ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗΣ

  • Σκεύασμα της ινσουλίνης
  • Οδός χορήγησης: ενδοφλέβια-ενδομυϊκή-υποδόρια (ταχύτερη απορρόφηση ενδοφλεβίως και ενδομυϊκώς)
  • Ανατομική θέση της ένεσης: ταχύτερη στην κοιλία, ακολουθούν στο δελτοειδή και τέλος στο μηρό.
  • Πάχος υποδόριου ιστού: βραδύτερη απορρόφηση σε λεπτή στιβάδα, λόγω περιορισμένης αγγείωσης
  • Παρουσία τοπικών δυσμορφιών : οίδημα

                                                                                                επιβράδυνση απορρόφησης           

                                                               λιποϋπερτροφία           

  • Θερμότητα, άσκηση, τριβή στο σημείο ένεσης → αύξηση απορρόφησης

Ψύχος, κάπνισμα, αφυδάτωση → μείωση απορρόφησης

  • Συγχορηγούμενα φάρμακα  →    α-αναστολείς (αύξηση απορρόφησης)

                                                                      β-blockers  (μείωση απορρόφησης)

  • Αντισώματα έναντι ινσουλίνης → μείωση απορρόφησης

ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ ΙΝΣΟΥΛΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

  • Αλλεργία

Πρόκειται για τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης υπό μορφή ερυθρότητας, οιδήματος, κνησμού. Είναι συχνές κατά την έναρξη της θεραπείας, αλλά συνήθως υποχωρούν σε μερικές εβδομάδες. Αντιμετωπίζονται με τοπική χρήση αντιισταμινικών ή κορτιζονούχων αλοιφών. Γενικευμένη αλλεργική αντίδραση είναι σπάνια. Πρόκειται για αντίδραση στο μόριο της ινσουλίνης, στο 1/3 των ασθενών ανιχνεύονται υψηλοί τίτλοι IgE αντισωμάτων, και ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης είναι η απευαισθητοποίηση. Μερικές φορές αίτιο της αλλεργίας είναι άλλες ουσίες που περιέχονται ως έκδοχα στο διάλυμα ινσουλίνης. Στο εμπόριο κυκλοφορούν διαλύματα τα οποία χρησιμοποιούνται για test με τα οποία εντοπίζεται το αίτιο της αλλεργίας.

  • Λιποδυστροφία

Τοπική υπερτροφία ή ατροφία του λιπώδους ιστού στο σημείο της ένεσης:

  1. λιποϋπερτροφία: ύβωση που δημιουργείται στην περιοχή της ένεσης από αύξηση του υποδόριου λίπους, λόγω λιπογενετικής δράσης της ινσουλίνης. Δημιουργείται από την επιμονή του διαβητικού να κάνει την ένεση ινσουλίνης στο ίδιο σημείο, γιατί λόγω της ύβωσης αισθάνεται λιγότερο ή καθόλου πόνο. Όμως δημιουργείται πρόβλημα στην απορρόφηση της ινσουλίνης. Η υπερτροφία υποχωρεί βραδέως και προοδευτικά εφ’ όσον δε γίνονται ενέσεις ινσουλίνης στην περιοχή.
    1. Λιποατροφία: απώλεια του υποδόριου λίπους στο σημείο ένεσης. Παρατηρείται συνηθέστερα σε νέες γυναίκες και πρόκειται πιθανόν για ανοσολογική απάντηση.

Η αποκατάσταση της ‘’κοίλανσης’’ γίνεται με επιτυχία όταν χρησιμοποιηθούν κεκαθαρμένα σκευάσματα ινσουλίνης με τα οποία γίνεται ένεση στην περιοχή της κοίλανσης. Ο χρόνος αποκατάστασης είναι 2-4 εβδομάδες και οφείλεται στη λιπογενετική δράση της ινσουλίνης.

  • Ινσουλινικό οίδημα

Είναι παροδικό. Παρατηρείται σε διαβητικούς που ήταν αρρύθμιστοι για αρκετό καιρό και ρυθμίστηκαν απότομα. Έχουν ενοχοποιηθεί διάφοροι παράγοντες μεταξύ των οποίων και η κατακράτηση Na και H2O.

  • Αύξηση σωματικού βάρους

Μικρή αύξηση του σωματικού βάρους 3-4kg που μπορεί να είναι και μεγαλύτερη, είναι αναπόφευκτη μετά την έναρξη ινσουλινοθεραπείας.

Παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση του σωματικού βάρους. είναι:

  1. κατάργηση της αφυδάτωσης, κατακράτηση Na και H2O
  2. διακοπή της σακχαρουρίας, με αποτέλεσμα ‘’διάσωση’’ θερμίδων που χάνονται με αποβολή σακχάρου στα ούρα
  3. υπογλυκαιμικά επεισόδια που οδηγούν σε αυξημένη πρόσληψη θερμίδων στην προσπάθεια των ασθενών για ανάταξη της υπογλυκαιμίας
  4. διαιτητικές παρεκτροπές
  5. ηλικία: με την πρόοδο της ηλικίας μειώνεται η κινητικότητα του ανθρώπου, μειώνονται οι καύσεις στο μυϊκό ιστό αυξάνει ο λιπώδης ιστός και επιπλέον έχουμε σημαντική μείωση του βασικού μεταβολισμού
  6. Υπογλυκαιμία/φαινόμενο Somogui

Τα συνηθέστερα αίτια υπογλυκαιμίας είναι η χορήγηση μεγαλύτερης δόσης ινσουλίνης, η παράλειψη γεύματος, ή η πέραν της συνήθους μυϊκής άσκησης

Η υπογλυκαιμία στο ΣΔ2 είναι σπανιότερη και ηπιότερη σε σχέση με το ΣΔ1, γιατί οι διαβητικοί τύπου 2 έχουν μειωμένη σωματική δραστηριότητα, σχετική αντίσταση στην ινσουλίνη και επαρκή έκκριση γλυκαγόνης, που συμβάλλει στην αντιρρόπηση της υπογλυκαιμίας.

Η υπογλυκαιμία μπορεί να είναι επικίνδυνη στους ηλικιωμένους λόγω των προβλημάτων που υπάρχουν από το καρδιαγγειακό και λόγω των φαρμάκων που λαμβάνουν (β-blockers) με συνέπεια να χάνουν την ικανότητα αντίληψης της υπογλυκαιμίας.

Ο διαβητικός πρέπει να αναγνωρίζει και να αντιμετωπίζει το ταχύτερο την υπογλυκαιμία, με την λήψη υδατανθρακούχου τροφής, ζάχαρης ή ενδοφλέβια χορήγηση γλυκόζης ή ενδομυϊκή/ενδοφλέβια χορήγηση γλυκαγόνης.

Το φαινόμενο Somogui συνίσταται στην υπέρμετρη αύξησης της γλυκόζης στο αίμα μετά επεισόδιο υπογλυκαιμίας, λόγω κινητοποίησης των αντιρροπιστικών μηχανισμών της υπογλυκαιμίας. Περαιτέρω αύξηση της δόσης της ινσουλίνης προς εξάλειψη της υπεργλυκαιμίας διαιωνίζει το φαινόμενο, ενώ η ορθή αντιμετώπιση είναι η μείωση της ινσουλίνης.

  • Ινσουλίνη και Υπέρταση, Δυσλιπιδιαμία , PAI-I

Η υπέρταση στο ΣΔ2 σχετίζεται μάλλον με την αντίσταση στην ινσουλίνη παρά με την ινσουλιναιμία.

Η ινσουλινοθεραπεία οδηγεί σε ↑HDL, ↓TG, ↓VLDL.

Η χορήγηση ινσουλίνης τέλος προκαλεί ↓ PAI-I.

  • Ινσουλινοθεραπεία, Υπερινσουλιναιμία και Down Regulation

Δεν υπάρχει λόγος να αποφεύγεται η αύξηση των δόσεων της ινσουλίνης εφόσον απαιτείται, αρκεί να μην συνοδεύεται από συνεχή αύξηση βάρους λόγω διαιτητικών παρεκτροπών γιατί οδηγεί σε βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου, άρση της γλυκοτοξικότητας και βελτίωση της δράσης της ινσουλίνης.

  • Αντίσταση στην ινσουλίνη

Μιλάμε για αντίσταση στην ινσουλίνη όταν ο διαβήτης χρειάζεται >200 μονάδες ινσουλίνης ημερησίως. Εφόσον όμως η ημερήσια παραγωγή από το πάγκρεας είναι 30-40 μονάδες, κάθε διαβητικός που χρειάζεται πάνω από το ποσό αυτό εμφανίζει κάποιο βαθμό αντίστασης.

Καταστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αντίσταση στην εξωγενώς χορηγούμενη ινσουλίνη είναι:

  1. παχυσαρκία
  2. λοιμώξεις, συστηματικά νοσήματα
  3. νεοπλάσματα
  4. ηπατική-νεφρική ανεπάρκεια
  5. σύνδρομα με ακραία αντίσταση στην ισνσουλίνη π.χ. μελανίζουσα ακάνθωση και λιποδυστροφία
  6. κορτικοειδή
  7. ανάπτυξη Ig G αντισωμάτων έναντι της ινσουλίνης:

στην περίπτωση αυτή συνιστάται:

i) Αντικατάσταση του σκευάσματος ινσουλίνης

ii) Χορήγηση κορτιζόνης: αρχικά παρατηρείται επιδείνωση της ρύθμισης λόγω κορτιζόνης, αργότερα όμως σε 3-4 εβδομάδες παρατηρείται μείωση των αντισωμάτων μείωση των απαιτήσεων για ινσουλίνη και βελτίωση της ρύθμισης.

Συχνά μπορεί να χρειασθεί χαμηλή δόση κορτιζόνης καθημερινά, ημερησίως για εβδομάδες, μήνες ή και χρόνια.

iii) Και τέλος στο εμπόριο κυκλοφορεί σκεύασμα ινσουλίνης ταχείας δράσης, υψηλής πυκνότητας (500 iu/ml) χοιρείας προέλευσης, με το οποίο παρέχεται η δυνατότητα χορήγησης πολλών μονάδων ινσουλίνης σε περιορισμένο όγκο.

13 erwthseis

Ποιοι οι διαφορετικοί τύποι ινσουλίνης;

Υπάρχουν πολλοί τύποι ινσουλίνης, οι οποίοι δρουν με διαφορετικό ρυθμό όσον αφορά τον τρόπο απελευθέρωσης της ινσουλίνης από το σώμα. Διαθέτουν:

  • Διαφορετική έναρξη δράσης (χρόνος έναρξης της δράσης)
  • Διαφορετική κορύφωση της δράσης (χρόνος ισχυρότερης επίδρασης στη γλυκόζη αίματος)
  • Διαφορετική διάρκεια δράσης (χρονικό διάστημα δράσης)

Οι σύγχρονες ινσουλίνες ( ή αλλιώς ανάλογα ινσουλινών) είναι εξελιγμένες μορφές ινσουλίνης, οι οποίες είναι περισσότερο ευέλικτες σε σχέση με το χρόνο των γευμάτων. Ο γιατρός σας θα σας συνταγογραφήσει τον τύπο της ινσουλίνης που είναι κατάλληλος για την περίπτωση σας.

Σχήματα ινσουλινοθεραπείας

Τα σχήματα ινσουλινοθεραπείας διαμορφώνονται κατά τρόπο που να υποκαθίσταται κατά το δυνατόν καλύτερα η ενδογενής έκκριση ινσουλίνης που λείπει.

  • Χορήγηση βασικής ινσουλίνης σε συνδυασμό με δισκία

Διαβητικοί που διατηρούν μικρή ενδογενή έκκριση ινσουλίνης, μπορούν να ρυθμιστούν ικανοποιητικά με τη χορήγηση μιας δόσης βασικής ινσουλίνης  σε συνδυασμό με δισκία. Σαν βασικές ινσουλίνες χρησιμοποιούνται οι παλαιότερες ινσουλίνες μέσης διάρκειας δράσης (π.χ. NPH, Protaphane) και τα νεότερα ανάλογα μακράς δράσης (Lantur, Levemir).

Η μετφορμίνη συνεχίζεται. Επίσης μπορεί να συνεχιστεί η σουλφονυλουρία και η ακαρβόζη. Η αρχική δόση της βασικής ινσουλίνης είναι 10 μονάδες και αυξάνει κάθε 3 ημέρες με βάση το σάκχαρο νηστείας μέχρι να φθάσουμε τον επιθυμητό στόχο, που είναι σάκχαρο νηστείας ≈ 100mg/dl.

  • Σχήμα δυο ενέσεων

Χορηγείται έτοιμο μείγμα μέσης και ταχείας δράσης ινσουλίνης (ανθρώπινου τύπου ή ανάλογο), πριν το πρόγευμα και το δείπνο

  • Σχήμα τριών ενέσεων ημερησίως

Χορηγείται έτοιμο μείγμα μέσης και ταχείας δράσης ινσουλίνης (ανθρώπινου τύπου ή ανάλογο ) πριν το πρόγευμα και πριν το δείπνο και επιπλέον μια ένεση ταχείας δράσης ινσουλίνης (ανθρώπινου τύπου ή ανάλογο) πριν το μεσημεριανό γεύμα

  • Σχήμα πολλαπλών ενέσεων με βασική ινσουλίνη και δόσεως εφόδου

Το 40-60% της συνολικής ημερήσιας-δόσης της ινσουλίνης χορηγείται ως βασική ινσουλίνη και το υπόλοιπο σαν προγευματική ταχείας δράσης ινσουλίνη (ανθρώπινου τύπου ή ανάλογο), πριν από τα κύρια γεύματα. Οι ινσουλίνες οι οποίες χορηγούνται σαν βασικές είναι οι παλαιότερες ινσουλίνες μέσης διάρκειας δράσης και τα νεότερα ανάλογα μακράς δράσης. Η δόση της προγευματικής ταχείας ινσουλίνης καθορίζεται ανάλογα με τις μετρήσεις σακχάρου προ του γεύματος και δύο ώρες μετά το γεύμα, την περιεκτικότητα του γεύματος σε υδατάνθρακες και τη σωματική δραστηριότητα. Η δόση της βασικής ινσουλίνης καθορίζεται ανάλογα με τα επίπεδα σακχάρου νηστείας(πρωινό σάκχαρο προ φαγητού).

Αντλίες ινσουλίνης

Στην περίπτωση αυτή γίνεται υποδόρια εμφύτευση πλαστικού καθετήρα στην κοιλιακή χώρα και μέσω αντλίας χορηγείται συνεχώς ινσουλίνης ταχείας δράσης.

Ο πλαστικός καθετήρας πρέπει να αλλάζει κάθε 2-3 ημέρες.

Ο ρυθμός έγχυσης προσαρμόζεται ώστε να επιτυγχάνεται χαμηλή ινσουλιναιμία κατά τη νηστεία ενώ προ των γευμάτων τροποποιείται με πρωτοβουλία του ασθενή ώστε να χορηγηθεί η απαιτούμενη για την κάλυψη του γεύματος δόση ινσουλίνης.

Τόσο ο βασικός ρυθμός έγχυσης όσο και η δόση της προγευματικής ινσουλίνης εξατομικεύεται πλήρως και τροποποιείται βάσει των αποτελεσμάτων  της αυτοπαρακολούθησης των επιπέδων σακχάρου στο αίμα.